Θέλησα να φυτέψω δύο τριαντάφυλλα
στο μαρμάρινο περβάζι της λησμονιάς
Ένα λευκό κι ένα κόκκινο
Τα πότιζα, τους μιλούσα
Χώμα τους κουβαλούσα
στις φούχτες μου.
Την πρώτη μέρα μαράθηκε
το ρόδο το λευκό.
Έφταιγε η αλμύρα της θάλασσας
..ή των δακρύων μου...
Φύλακας στάθηκα για το δεύτερο
Παραμυθάκια του τραγουδούσα
και τρυφερά το χάιδευα
χωρίς να κοιμηθώ
Φοβόμουν
Και πέρασε ο καιρός
Κι αποκοιμήθηκα
Αποκαμωμένη
Σαν ξύπνησα ένα σμάρι
από γλάρους
πετούσαν πάνω από το κουφάρι του
ξεσκίζοντας τα πέταλά του.
&.
Πέρασαν χρόνια και καιροί
και το μονοπάτι μου
με έβγαλε στο ίδιο πάλι σημείο.
Στο μαρμάρινο περβάζι της λησμονιάς
ένα κατάμαυρο τριαντάφυλλο
ρίζες είχε απλώσει.
- Penthesileia -
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου