Παρασκευή 17 Αυγούστου 2018

Προδοσία by ΤοΚλειδί ·


Image
Προδοσία. Μια βαθιά πληγή που δεν επουλώνεται εύκολα και συνεχίζει να πονάει για καιρό την ψυχή μας. Ένα βίαιο χτύπημα που διαπερνά την εμπιστοσύνη και σε ορισμένες περιπτώσεις είναι αδύνατο να ξεχαστεί. Από ποιόν μπορεί να αισθανθείτε προδομένοι; Ίσως από έναν γονέα που δεν έχει συμπεριφερθεί καλά και ακόμη δεν έχετε συνειδητοποιήσει τον πόνο σας. Ίσως από τον αδελφό σας ή ένα στενό συγγενή που περιμένατε να είναι σύμμαχος στην ζωή σας και αυτός αποδείχθηκε εγωιστής και αναίσθητος. Ίσως από έναν φίλο στον οποίο είχατε εμπιστοσύνη και δεν ήταν σε θέση να κρατήσει ένα μυστικό ή ίσως από το σύντροφο σας, ο οποίος καταπάτησε τον όρκο πίστης του. Όταν κάποιος που αγαπάμε μας προδίδει, ο πόνος μπορεί να είναι βασανιστικός και μπορεί να διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μερικοί ψυχολόγοι έχουν τονίσει το πόσο περίπλοκη είναι αυτή η διαπροσωπική διαδικασία που οδηγεί ένα άτομο να επιδιώξει να συγχωρήσει την προδοσία. Βέβαια είναι χρήσιμο να γίνει διάκριση μεταξύ αποδοχής και συγχώρεσης.
Η αποδοχή είναι μια πολύ γενναία προσωπική απόφαση για να πάρει πίσω το άτομο τον έλεγχο των συναισθημάτων του. Το άτομο προσπαθεί να δημιουργήσει αίσθηση πως η προδοσία ήταν ένας λάθος και δουλεύει ώστε να αποκαταστήσει την σχέση με το άτομο που έχει διαπράξει την προδοσία. Με την διαδικασία της αποδοχής μπορεί να εξακολουθήσει η όποια σχέση να λειτουργεί σε κάποιο ικανοποιητικό επίπεδο. Η συγχώρεση είναι μια διαδικασία διαπροσωπική, η οποία περιλαμβάνει την ενεργή συμμετοχή και του »προδότη» αλλά και του »προδομένου». Το άτομο που έχει κάνει την προδοσία πρέπει να κερδίσει ξανά την εμπιστοσύνη του »προδομένου» ατόμου. Επίσης, να έχει την πλήρη επίγνωση των λάθος ενεργειών του και να έχει την ειλικρινή πρόθεση να μην το επαναλάβει. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας το άτομο που έχει προδοθεί θα προσπαθήσει να προστατεύσει τον εαυτό του και θα είναι ιδιαίτερα προσεκτικό αλλά θα έχει την θέληση να συγχωρέσει.
Αποδοχή ή συγχώρεση;
Οι περισσότεροι από εμάς αισθανόμαστε την ηθική υποχρέωση να συγχωρέσουμε, αλλά η αλήθεια είναι πως δεν είμαστε υποχρεωμένοι να το κάνουμε. Μερικές φορές το να αποφασίσουμε να αποδεχθούμε την κατάσταση, αντί να μπούμε στην διαδικασία της συγχώρεσης, μπορεί να είναι εξαιρετικά απελευθερωτικό. Επιλέγοντας την αποδοχή, δεν ερχόμαστε σε άμεση επαφή με το πρόσωπο που έχει κάνει την προδοσία, ειδικά όταν ο τελευταίος δεν φαίνεται να δείχνει καμία προθυμία να επισκευάσει τα λάθη του. Έτσι αντί να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε καλύτερα τις συνθήκες που οδήγησαν το άλλο άτομο στην προδοσία, αποδεχόμαστε το γεγονός ως δεδομένο και συνεχίζουμε παρακάτω κρατώντας ή όχι επαφή με το συγκεκριμένο άτομο. Με αυτή την κατανόηση, και χωρίς να αρνούμαστε τον πόνο που μας προκάλεσε η προδοσία, μπορούμε να αποκαταστήσουμε την εσωτερική μας γαλήνη και να ισορροπήσουμε τα συναισθήματα μας. Αυτό αυξάνει την αίσθηση ασφάλειας και την αίσθηση της προσωπικής δύναμης, μέσα σε έναν κόσμο που είναι γεμάτος κινδύνους. Είναι σαφές βέβαια ότι με την αποδοχή η φύση της σχέσης μπορεί να αλλάξει για πάντα. Σίγουρα, είναι πιο εύκολο να δεχθείτε ότι έχετε αδικηθεί από κάποιον που δεν έχετε επαφή κάθε μέρα, όπως έναν γνωστό ή ένα συγγενή που σας έχει συμπεριφερθεί άσχημα.
Η Συγχώρεση, ωστόσο, είναι πολύ πιο περίπλοκη διαπροσωπική διαδικασία, η οποία απαιτεί μεγάλη προσπάθεια από την πλευρά εκείνων που έχουν προδώσει. Είναι ο καλύτερος τρόπος για ένα ζευγάρι που παρά την προδοσία επιθυμεί να ανακτήσει τη σχέση τους. Ο άπιστος εταίρος πρέπει όμως να αναλάβει την ευθύνη για τη συμπεριφορά του, πρέπει να είναι σε θέση να κατανοήσει το βαθύ πόνο που προκάλεσε αλλά και να κάνει όλες τις απαραίτητες ενέργειες για να επισκευάσει την τραυματισμένη εμπιστοσύνη. Αυτό μπορεί να πάρει χρόνο και ενέργεια. Για πολλούς ανθρώπους το να συγχωρήσουν ή να συγχωρεθούν είναι πραγματικά πάρα πολύ κουραστικό.
Μερικά άτομα έχουν την διάθεση να ξεπεράσουν ειλικρινά τα προβλήματά τους και να διαμορφώσουν την όποια σχέση τους (ερωτική, φιλική, οικογενειακή κτλ) και να νιώσουν ξανά πλήρης και ικανοποιημένοι. Χρειάζεται θάρρος, υπομονή, επιμονή, και συχνά επίσης τη βοήθεια ενός θεραπευτή ο οποίος μπορεί να συμβάλλει στη διευκόλυνση της όλης διαδικασίας. Φίλοι μου, την προδοσία πολλοί ηγάπησαν, τον προδότη ουδείς.
Το Κλειδί της Σκέψης – tokleidi.wordpress.com
Όταν προδίδεις κάποιον άλλον, προδίδεις και τον εαυτό σου.
Isaac Bashevis Singer
Βιβλιογραφία: Αγάπη και Προδοσία, Άλντο Καροτενούτο, Εκδ. Ιταμός
Ζήλια, Προδοσία, Οργή, Κένεθ Ρουτζ-Μπάρι Λένσον, Εκδ. Μπουκουμάνης

Η Κική Δημουλά στα καλύτερα αποφθέγματα έρωτα, μνήμης και προδοσίας Όλγα Παρθενέα-Γεωργάτσου


 Κική Δημουλά. 86 έτη ζωής, 67 χρόνια ενεργής πορείας στον κόσμο της ποίησης και δεκάδες αποφθέγματα ζωής, έρωτα και προδοσίας που μοιράστηκε με το κοινό της, κατάφεραν να την καθιερώσουν ως μία από τις πιο επιτυχημένες γυναίκες ποιήτριες και ακαδημαϊκούς που γέννησε ποτέ η Ελλάδα.
Δεν επιδιώκει τις φιλοφρονήσεις. Θεωρεί πως δεν την βοηθούν να εξελιχθεί. «Στην ποίηση το μεγαλύτερό μου προσόν είναι ότι φοβάμαι πως απέτυχα», παραδέχεται σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις της. Τοποθετεί τον επιτυχημένο ποιητή μακριά από τη δημοφιλία και υποστηρίζει πως η υστεροφημία την αφήνει παγερά αδιάφορη. «Δε με ενδιαφέρει τι θα γίνουν τα ποιήματά μου όταν πεθάνω. Δε με ενδιαφέρει τι θα συμβεί όταν δεν θα ζω. Ο θάνατος είναι απόλυτος. Άμα τελειώνουμε, να τελειώνουμε. Τελεία και παύλα. Όχι αποσιωπητικά. Τα αποσιωπητικά φτάνουν όσο ζούμε. Αν αυτό λέγεται εγωπάθεια, το δέχομαι προθύμως».
Για πολλούς η εγωπάθειά της κυρίας Δημουλά είναι ανυπόφορη. Για άλλους, είναι η πηγή του ταλέντου και της ικανότητάς της να κάνει τον αναγνώστη να νιώσει αυτά που ο ίδιος θέλει να νιώσει διαβάζοντας την. Γεννημένη ως Βασιλική Ράδου, το 1931, η Κική Δημουλά ήταν αποφασισμένη να ξαφνιάζει –όχι πάντα ευχάριστα- τον κόσμο με την αφοπλιστική ειλικρίνειά της.
Απαισιόδοξη όπως λέει η ίδια για τον εαυτό της, διαφορετική και με την ανάγκη να «παλεύει» με τις λέξεις, μοιάζει να ήταν γραφτό της να ασχοληθεί με την ποίηση. Όταν το 1952 παντρεύεται τον ποιητή και πολιτικό μηχανικό, Άθω Δημουλά, η αντίστροφη μέτρηση για την επιτυχία και τις εμπειρίες που θα ακολουθούσαν και θα «σημάδευαν» τον τρόπο γραφής της ξεκινά. «Πάντα ήθελα να περπατάμε στον δρόμο αγκαζέ, εκείνος όχι. Το θεωρούσε γελοίο. Ήμουν πάντα παραπονούμενη», έχει παραδεχτεί στο παρελθόν και καθιστά σαφές το πόσο πολύ ψηλά έχει στο μυαλό της τον έρωτα.
Η ποίησή της άλλωστε ανέκαθεν τρεφόταν από εκείνον.
Και ο έρωτας;
«Ο έρωτας
όνομα ουσιαστικόν
πολύ ουσιαστικόν,
ενικού αριθμού,
γένους ούτε θηλυκού ούτε αρσενικού,
γένους ανυπεράσπιστου.
Πληθυντικός αριθμός
οι ανυπεράσπιστοι έρωτες».
Ο έρωτας κατακλύζει την ποίηση της Κικής Δημουλά. Ακόμα και τα όσα μοιράζεται με τον κόσμο εκτός ποιημάτων, σε διάφορες ομιλίες και συνεντεύξεις ακούγονται από το στόμα της ποιητικά. Τι εστί έρωτας για την Κική Δημουλά; «Ο έρωτας δε θέλει χρόνο. Θέλει ταχύτητα. Είναι απόκτηση, μονοπωλιακό είδος. Θέλεις τον άλλο δικό σου. Δεν τον μοιράζεσαι. Είναι ένα μυστικό γι’ αυτό και πρέπει να μένει στα σκοτεινά. Είναι πάρα πολύ ωραίο όταν συμβαίνει, σε όποιον από τους δύο συμβαίνει και για όσο συμβαίνει. Αλλά πάντα τελειώνει. Είναι αδύνατο να συντονιστούν δύο άνθρωποι στον έρωτα. Μπορεί να συμβεί για ένα μήνα. Μέχρι εκεί. Μετά, ο ένας επιμένει. Είναι απαραίτητο ένας από τους δύο να παραμείνει ερωτευμένος.
Η ζήλεια, βέβαια, είναι κριτήριο του αισθήματος. Ο έρωτας είναι φθαρτός και εφήμερος. Ο πρώτος σταθμός όταν εκείνος φεύγει είναι η λύπη. Λύπη και γι’ αυτόν που αγαπάει και ίσως και για εκείνον που δεν αγαπάει γιατί χάνει ένα αφοσιωμένο πρόσωπο. Δεν επιτρέπεται να αποφέρεται κανείς για τον έρωτα όσο είναι εν δράσει. Αυτό που ισχύει για τον έρωτα είναι ό,τι ειπωθεί αφού τελειώσει».
Από τον έρωτα στην αγάπη
Η Κική Δημουλά τα διαχωρίζει. Ενώ για εκείνη ο έρωτας είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο, η αγάπη έχει πολλές μορφές. «Ο έρωτας είναι σαφέστερος και ειλικρινέστερος από την αγάπη. Η αγάπη είναι μια λέξη η οποία προσφέρεται για πάρα πολλές χρήσεις. Αγάπη μητρική, συζυγική, αγάπη προς τον ανήμπορο ή προς αυτό που ονειρευόμαστε. Η αγάπη έχει πάντα τις εξηγήσεις της. Ο έρωτας δεν τις έχει. Αυτή η αγάπη δεν μας παρατάει σύξυλους να φύγει όπως μας παρατάει ο έρωτας. Είναι λέξη μεγάλης αντοχής.
Δεν τη βλέπεις ξαπλωμένη κάτω και διαψευδόμενη όπως βλέπεις τον έρωτα. Η αγάπη είναι κι αυτή ένα αίσθημα που δε συμβαίνει ποτέ ταυτόχρονα και στους δύο και πεθαίνει πριν προλάβει να γεράσει. Αγάπη και έρωτας είναι μια διεκδίκηση, όχι μια κατάκτηση. Είναι μια πάλη». Παρότι ο έρωτας παρουσιάζεται σαν μια δύναμη που κινεί τον κόσμο, η Κική Δημουλά πιστεύει πως υπάρχουν άνθρωποι που δεν τον έχουν ζήσει: «Έρωτας είναι αυτό που δεν είχες. Το θλιβερό είναι ότι υπάρχουν άνθρωποι που νομίζουν ότι ερωτεύτηκαν ενώ δεν έχουν ερωτευτεί ποτέ».
Έρωτας, αγάπη και μαζοχισμός
«Η αγάπη είναι ένα θύμα του σωματέμπορα εγωισμού μας. Αυτοί που αγαπάμε είμαστε ζωντανοί νεκροί. Επί πόσο μπορείς να αγαπάς κάποιον που δεν σ’ αγαπάει; Ο βασανισμός κάνει πολύ καλό στα αισθήματα αλλά όχι για πολύ. Θα πρέπει ο βασανιστής να ξέρει τις δόσεις. Δεν τις ξέρει όμως. Πληγώνομαι, σημαίνει, κοντά στα άλλα, αποκτώ γνώσεις. Ε, με λίγη παραπάνω μελέτη της ματαιότητας, ένα Lower σοφίας κουτσά στραβά το παίρνεις. Σε έναν χωρισμό κλαίμε μόνο για μας.
Όταν είσαι ερωτευμένος θέλεις να δώσεις στον άλλο. Αυτό είναι ο έρωτας. Υπάρχει όμως και η τραγική κατάσταση ο άλλος να μην θέλει να πάρει αυτό που του δίνεις. Εκεί αρχίζουν οι μεγάλες συγκρούσεις». Κάπως έτσι η Κική Δημουλά έχει στο μυαλό της τον έρωτα και την αγάπη. Ο βασανισμός ενός ανθρώπου είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τα συναισθήματα αυτά. Παρόλα αυτά όμως, η ίδια αρνείται να μετανιώσει για ο,οτιδήποτε λάθος έπραξε στη ζωή της. «Τίποτα σωστό δεν ήταν ωραίο απ’ όσα έκανα. Δεν τιμωρώ τα λάθη μου, είναι το καλύτερο μέρος μου», ξεκαθαρίζει.
Η «κρυφή» ζωή του ανθρώπου
«Τακτοποιημένη ζωή, άτακτα συναισθήματα. Όλοι έχουμε μέσα μας μια άλλη ζωή η οποία ενοχλεί, απαιτεί, παραπονιέται, δεν έζησε». Για την κυρία Δημουλά ο κάθε άνθρωπος κάτι κρύβει. Ακόμα και ο ποιητής. «Νιώθω πως ένας άνθρωπος που γράφει, πίσω από όλα αυτά που γράφει και μοιάζει να θέλει να φανερώσει, κάτι επιθυμεί να κρύψει. Δεν είναι ειλικρινής. Η αλήθεια του δεν είναι αλήθεια. Απλά δεν επινοεί ψεύτικους τρόπους για να την διατυπώσει. Τα πράγματα είναι κρυμμένα ακόμα και από τον ίδιο».
Αποκαλύπτει ακόμα και μια άλλη πλευρά της δικής της «υποκρισίας», όταν παραδέχεται πως μέσα της εξακολουθεί να ελπίζει για κάτι αληθινό και όμορφο: «Ανήκω στους απαισιόδοξους. Εκείνος που κάνει τη μεγαλύτερη κατανάλωση της ελπίδας είναι ο απαισιόδοξος. Αλλιώς δεν θα είχε τα κότσια να είναι απαισιόδοξος. Το κάνει όμως κρυφά και ύπουλα. Είναι υποκριτής. Μέσα στην απόλυτη θλίψη, δυσπιστία και αμφισβήτηση για όλα λέει, δε μπορεί, κάτι είναι αλήθεια, κάτι είναι ωραίο».
Παιχνίδια μυαλού  - Μνήμη και λήθη
Η αντισυμβατική ποιήτρια πιστεύει πως το μυαλό είναι η πηγή της ελπίδας που «κατατρώει» την ανθρώπινη απαισιοδοξία λέγοντας χαρακτηριστικά: «Το μυαλό είναι ένας Θεός που δημιουργεί τον κόσμο από την αρχή. Έναν άλλο κόσμο. Αναπληρώνει, αντικαθιστά, είναι φοβερό το πως διορθώνει σαν τον μεγαλύτερο αισθητικό της ασχήμιας όσα δεν μας αρέσουν. Η λογική λέει πως δεν υπάρχει ελπίδα κι όμως το μυαλό σε κάνει να ελπίζεις. Είναι τρελό». Όσο για τη μνήμη; Έχει αποτελέσει προϊόν έμπνευσης για πολλά από τα ποιήματά της. Στον «Πληθυντικό Αριθμό» μάλιστα αναφέρει:
«Η μνήμη,
κύριο όνομα των θλίψεων,
ενικού αριθμού,
μόνον ενικού αριθμού
και άκλιτη.
Η μνήμη, η μνήμη, η μνήμη».
Η μνήμη σύμφωνα με την Κική Δημουλά είναι υπεύθυνη για τον ανθρώπινο πόνο, καθώς οι αναμνήσεις μπορούν να συνθλίψουν τον άνθρωπο. Όσο για όσα «θάβουμε» μέσα μας και τα βλέπουμε μετά από λίγο καιρό να επιστρέφουν; Η ποιήτρια και έχει την εξήγηση: «Μνήμη και λήθη συνεργάζονται. Η μία δίνει στη άλλη ό,τι της περισσεύει, ό,τι της είναι πολύ. Όταν η μνήμη παραφορτωθεί, περνάει τα δεδομένα της στη λήθη. Η λήθη έχει το ανεπιθύμητο. Μέσα σ’ αυτή υπάρχουν αισθήματα και αναμνήσεις που δε μπορεί να καταφάει και τα επιστρέφει στη μνήμη. Υπάρχουν αναμνήσεις που ενοχλούν τη λήθη, γι’ αυτό και ξεχνάμε για λίγο καιρό και μετά οι αναμνήσεις επιστρέφουν. Η λήθη δεν τις αντέχει και τις επιστρέφει στη μνήμη».
Αγκαλιά και προδοσία
Ποτέ δεν πίστεψε ότι ο κόσμος είναι αγγελικά πλασμένος. Ακόμα και η πιο σφιχτή αγκαλιά δε μπορεί να  εγγυηθεί σε κανέναν ότι θα γλιτώσει από την καταστροφή της προδοσίας. «Υπάρχουν στιγμές που ο άνθρωπος θέλει κάποιον να τον αγκαλιάσει χωρίς να υπάρξει συνέχεια. Αυτή η στιγμή του αγκαλιάσματος είναι πάρα πολύ μεγάλη στιγμή, περιεκτική. Η αγκαλιά σε παίρνει ολόκληρο και σε προστατεύει. Σχεδόν δεν έχει σχέση με τον σαρκικό έρωτα».
Σχεδόν. Και λέμε σχεδόν διότι η αίσθηση της αφής έχει αμεσότατη σχέση με τον έρωτα μεταξύ δύο ανθρώπων, αποτελεί το δίαυλο της μεταξύ τους σωματικής επικοινωνίας. Τι γίνεται όμως όταν ο ένας από τους δύο «προδίδει» τον άλλο; Και πώς μεταφράζεται στον έρωτα η λέξη «προδοσία»;
«Έχω συλλάβει την καλύτερη μορφή προδοσίας, η οποία είναι να πάψεις να αγαπάς κάποιον χωρίς αυτός να το ξέρει. Αυτό για μένα είναι υψίστης μορφής προδοσία. Η απιστία είναι κάτι πολύ εύκολο. Μπορείς να απιστήσεις και να εξακολουθείς να αγαπάς κάποιον. Το να πάψεις να αγαπάς όμως έναν άνθρωπο από το ένα βράδυ στο άλλο και να μην το γνωρίζει και να νομίζει ότι τον αγαπάς, είναι μια δεύτερη Μήδεια.
Η προδοσία αυτή οφείλεται στην υπερβολική προσφορά του ενός προς τον άλλο και είναι από τις πιο φοβισμένες και σπασμωδικές ενέργειες της αυτοσυντήρησης. Είναι στη φύση μας. Διαφέρει, ευτυχώς, ως προς το βαθμό της. Από την άλλη, το να του το πεις μοιάζει με καθαρή εκδίκηση. «Στο λέω και σε τιμωρώ». Το κέρδος της προδοσίας αυτό είναι δικό σου όλο».
.
Πώς όμως κάποιος αποφασίζει να φτάσει εκεί; Υπάρχει δικαιολογία; Είναι λογικό να αποδέχεται κανείς την προδοσία; Η Κυρία Δημουλά μοιάζει να είναι πλήρως συνειδητοποιημένη: «Η ομορφιά είναι ένα πράγμα που ανήκει παντού. Σκεφτείτε ένα άσχημα κατασκευασμένο πλάσμα. Πόσο δύσκολο είναι να απιστήσει; Έχει να αντιμετωπίσει πάρα πολύ λίγους πειρασμούς. Ένα ωραίο πλάσμα όμως, είναι γεννημένο άπιστο. Δεν υπάρχουν δεδομένα.
Η ίδια η ζωή τα ανατρέπει. Προσωπικά πάντως ποτέ δε θα μπορέσω να καταλάβω πώς ένας άντρας αγαπάει μια γυναίκα και κοιμάται με κάποια άλλη. Δεν ξέρω από ποια τάση κυνηγιού προέρχεται αυτό. Μη νομίζετε όμως, ακόμα και οι γυναίκες θέλουν να είναι άπιστες. Δεν το επιχειρούν εύκολα όμως λόγω των παιδιών», εξομολογείται.
Η εκδίκηση στον έρωτα
«Η εκδικητικότητα είναι τόσο ακραίο πράγμα που δε με πείθει. Δε μπορώ να φανταστώ ότι γίνεται με συνείδηση για να εκδικηθείς έναν άνθρωπο που σε πρόδωσε. Εκδίκηση είναι να επιτευχθεί μέσα σου η αλλαγή, εσύ να σηκώσεις το μαχαίρι σχεδόν εναντίον σου. Αυτή είναι η μεγαλύτερη ζημιά που μας κάνουν αυτοί που μας υποχρεώνουν να μην τους αγαπάμε. Είναι δική μας ζημιά, όχι δική τους».
Κάπως έτσι, συνδέοντας τα κομμάτια των όσων έχει μοιραστεί με το κοινό η Κική Δημουλά μέσω των ποιημάτων, των συνεντεύξεων και τον ομιλιών της, «χτίσαμε» έναν ορισμό γύρω από τα θέματα που απασχόλησαν και απασχολούν μέχρι σήμερα τη ζωή και την ποίησή της. Κομμάτι κομμάτι, μήπως μπορέσουμε να πάρουμε μια μικρή γεύση για το τι συμβαίνει πραγματικά μέσα στο μυαλό της και πώς καταφέρνει να το περάσει στον κόσμο που τη διαβάζει και την παρακολουθεί ξυπνώντας μέσα του προσωπικά του βιώματα.
Τα βραβεία της; Πολλά. Μεταξύ αυτών το Α’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης, το Αριστείο των Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών, το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας και το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας, για το σύνολο του έργου της. Ωστόσο η ίδια αρνείται να πιστέψει πως είναι δυνατόν σε ο,οτιδήποτε γραφτεί να δοθεί μία και μόνο ερμηνεία και παραδέχεται πως τη στεναχωρεί το γεγονός πως τα παιδιά καλούνται να την ερμηνεύσουν για να πετύχουν στις Πανελλήνιες.
«Οι φιλόλογοι προσπαθούν να δώσουν μια ερμηνεία σε όσα ούτε εγώ δε μπορώ να δώσω. Τα παιδιά υποφέρουν. Το ίδιο κι εκείνοι. Στο «Γας Ομφαλός» δεν υπάρχει μια εύκολη εξήγηση. Δε μπορούμε να υποχρεώνουμε τα παιδιά να δίνουν μια συγκεκριμένη ερμηνεία και αν δώσουν μια διαφορετική να αποτυγχάνουν στις εξετάσεις», ξεκαθαρίζει. Πολλές φορές δυσκολεύεται να ερμηνεύσει και η ίδια τα όσα έγραψε μία συγκεκριμένη στιγμή.
Ωστόσο, η σχέση της με τον κόσμο περικλείεται στο ακόλουθο απόσπασμα: «Δεν μου ήταν ποτέ εύκολο ούτε να συνεννοηθώ με άνθρωπο, ούτε μπορούσα να καταλάβω γιατί δε με κατάλαβαν οι άνθρωποι. Ούτε γιατί ήταν τόσο διαφορετικοί από μένα. Αυτό βέβαια ήταν πάρα πολύ αφελές από τη μεριά μου, αλλά και πάρα πολύ χρήσιμο, γιατί αυτό με είχε σε ένα πολύ γόνιμο παράπονο». Αυτή είναι η Κική Δημουλά.

Tο τρένο δεν πάτησε τους άντρες, το πήραν κι έφυγαν! Και οι γυναίκες δεν το σταματούν Γράφει η Καλυψώ Τόττη

totrenodenpathsetousantresΓράφει η Καλυψώ Τόττη
Ολοένα και περισσότερες γυναίκες- ελεύθερες ή δεσμευμένες- παραπονιούνται ότι δεν υπάρχουν άνδρες, «ότι τους πάτησε το τρένο» και εξομολογούνται η μια στην άλλη αποτυχημένα ραντεβού και συναντήσεις, ανύπαρκτα φλερτ τύπου «Like» στο Facebook και μυστηριώδεις εξαφανίσεις! Ανύπαρκτοι, λοιπόν, οι άνδρες ή επιβάτες σε ένα τρένο που δεν έχει προορισμό και κατεύθυνση, κινούμενο στον αυτόματο μέσα σε έναν πολιτισμό που τρέχει με χίλια; Είναι μέρος αυτής της κατάστασης και οι γυναίκες που αναρωτιούνται, αμφιβάλλουν και προβληματίζονται ή απαλλάσσονται από κάθε ευθύνη;
Αποτελεί κοινωνική αλήθεια ότι οι άνδρες έχουν επαναπαυθεί σε μια «τεμπέλικη» ερωτική διάθεση. Τρομακτικό μεν, αληθές δε, καθώς περιμένουν να τους συμβούν πράγματα παρά να τα προκαλέσουν οι ίδιοι. Λες και έχουν χάσει κάθε προσωπικό κίνητρο που καλύπτει ακόμα και τις βασικές τους ανάγκες. Εγκλωβισμένοι και οι ίδιοι όπως όλοι μας σε μια κουλτούρα του δήθεν, που επιτάσσει να μην τσαλακώνεσαι ή να πληγώνεσαι και να μην διεκδικείς.
Άνδρες που είναι παραγωγικοί και δημιουργικοί στην δουλειά τους, σε διαπροσωπικό επίπεδο εκφράζουν μια συναισθηματική ανωριμότητα και στερούνται αυτογνωσίας. Θα μου πείτε πώς γίνεται αυτό, δεν είμαστε ολιστικές προσωπικότητες; Ναι, οι αξίες και τα πιστεύω μας δεν μεταβάλλονται, ωστόσο ανάλογα με τον χώρο, τις απαιτήσεις και τις συνθήκες που βρισκόμαστε, ενεργοποιούμε διαφορετικές δεξιότητες και σχήματα.
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που ένας άνδρας υπεύθυνος και αποτελεσματικός στην δουλειά του, νιώθει σαν παιδί που απέκτησε ένα καινούριο παιχνίδι, όταν συναντά μια γυναίκα. Ή βρίσκει άλλα υποκατάστατα για να εκφράσει αυτήν την λανθάνουσα παιδικότητα του σε ομαδικό επίπεδο, επειδή ακριβώς είναι πιο εύκολο και ανέξοδο συναισθηματικά (στρατιωτάκια, ηλεκτρονικά παιχνίδια, paintball).
Από την άλλη, έρχεται και η θέση της γυναίκας, η οποία στο βωμό της ταχύτητας και της γρήγορης διασκέδασης (νιώθω ευχάριστα με κάτι που συμβαίνει) δεν δίνει χρόνο και χώρο ώστε να την ανακαλύψει ο άνδρας. Παραδίδεται σώμα και πνεύμα στον άλλον, με μια σχεδόν παθητική και προβλεπόμενη στάση. Αυτό μπορεί να συμβαίνει λόγω χαμηλής αυτοεκτίμησης, αρνητικών βιωμάτων, έλλειψη αυτογνωσίας ή αναζήτηση πρόσκαιρης ικανοποίησης. Ο άντρας μαθαίνει να έχει τα χέρια στις τσέπες ή στο πληκτρολόγιο ενός smartphone (βλέπε μπαρ) παρά να επικοινωνεί και να αγγίζει με τα χέρια του και η γυναίκα στέκεται αμέτοχη- χωρίς διάθεση-μέσα στα αστραφτερά της ρούχα!
Και έτσι οι δυο πλευρές βαριούνται και απογοητεύονται πολύ βιαστικά, γιατί ό,τι φτιάχνεται χωρίς σταθερά θεμέλια εύκολα γκρεμίζεται. Δεν είναι θέμα κυνηγού και θύματος ή πρίγκιπα και καλού/κακού κοριτσιού, αλλά έρωτα. Ο έρωτας είναι το ισχυρό μας αντίδοτο απέναντι στον θάνατο και αν δεν μπορούμε να ερωτευτούμε, δεν μπορούμε να ζήσουμε. Ερωτεύομαι θα πει αγαπώ την ζωή. Αγαπώ θα πει μετέχω σε ένα μοίρασμα με τον άλλον, ως ο εαυτός μου. Ναι, βιώνουμε δυσκολίες στο να ερωτευτούμε και μιλάμε όλο και πιο πολύ για δυσκίνητες σχέσεις αλλά παρόλο που μας ενοχλούν πράγματα, τα αναπαράγουμε σχεδόν μηχανικά και εν συνεχεία μεμψιμοιρούμε για την τύχη μας.
Κάποτε ο άνδρας λόγω κοινωνικών προσταγών και κανόνων, ήταν αυτός που διεκδικούσε μια σχέση και η γυναίκα ανταποκρινόταν ή όχι με μια φειδωλή στάση. Σήμερα, οι συνθήκες που ζούμε, απαιτούν μεγαλύτερη επαφή με τον εαυτό μας, γιατί έχουμε απελευθερωθεί (;) από κοινωνικά πρότυπα και στερεότυπα και επειδή χρειάζεται να διακρίνουμε τα ουσιώδη από τα επουσιώδη ερεθίσματα γύρω μας. Αν δεν γίνει αυτό το βήμα, θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν οι ψευδαισθήσεις που χτίζουν συναισθηματικά ανώριμους και ανάπηρους ανθρώπους. Καταλάβατε, αυτούς που ανεβαίνουν στα τρένα χωρίς να κατανοούν πού πάνε και για ποιο λόγο και άλλους να προσπαθούν –τάχα- να τους σταματήσουν.
http://enallaktikidrasi.com/2015/09/to-treno-den-patise-tous-antres/
Tο τρένο δεν πάτησε τους άντρες, το πήραν κι έφυγαν! Και οι γυναίκες δεν το σταματούν

Πόσο συναισθηματικά ώριμοι είστε;


Μια συνηθισμένη φράση που ακούμε τόσο σε προσωπικές συζητήσεις όσο και μέσα σε θεραπευτικά πλαίσια (για να είμαστε ειλικρινείς πολύ πιο συχνά από τις γυναίκες για τους άντρες – κυρίως για τους άντρες τους), είναι με πόση «συναισθηματική ανωριμότητα» λειτουργεί κάποιος μέσα στη σχέση του, που αυτή αντανακλά στη συμπεριφορά και στην εν γένει στάση του στη ζωή.
Κι αν πάρουμε την περίπτωση που μια γυναίκα αναφέρεται στον άνδρα/σύντροφό της θα ακούσουμε έναν ολόκληρο «κατάλογο» παραπόνων, που έχουν να κάνουν με την επικοινωνία του ζευγαριού και συνοψίζονται, σε μία ρήση: «είναι συναισθηματικά ανώριμος».
emotional-intelligence-2

Ας δούμε τι μπορεί να σημαίνει αυτό:
• Δεν μπορεί να αποδεσμευτεί από την οικογένεια καταγωγής του, από τη μητέρα του, «τον σέρνουν από τη μύτη».
• Δεν ελέγχει τα συναισθήματά του, έχει έντονα ξεσπάσματα.
• Δεν μπορεί να εκφράσει τα συναισθήματά του, δεν θέλει να μιλάει γι’ αυτά.
• Δεν μπορεί να καταλάβει τα συναισθήματα των άλλων, δεν είναι ευαίσθητος, είναι αδιάφορος ή ξεροκέφαλος.
• Δείχνει απροθυμία στη -λεκτική- επικοινωνία.
• Δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες του απέναντι στη γυναίκα του, στα παιδιά του, στους άλλους, κ.λ.π
Αυτή η πεποίθηση, με απλά λόγια, τείνει να σημαίνει ό,τι απεγνωσμένα ζητούν (ή απαιτούν) οι γυναίκες από τους άντρες τους, να τους δώσουν τα αυτονόητα και επειδή δεν μπορούν να τους τα δώσουν δεν βρίσκουν άλλη εξήγηση, από το να ερμηνεύουν την αδυναμία των ανδρών, ως συναισθηματική ανωριμότητα. ( Όλες σχεδόν οι γυναίκες -είμαι σίγουρος- ότι συμφωνούν με τα παραπάνω).
Από την άλλη μεριά οι άντρες που τα παράπονά τους συνήθως έχουν σχέση με τον τρόπο με τον οποίον η σύντροφός τους εξωτερικεύει τα συναισθήματά της, δεν είθισται να χαρακτηρίζουν τις γυναίκες τους «συναισθηματικά ανώριμες», αλλά με πιο συγκεκριμένο τρόπο, όπως: «γκρινιάρα», «νευρική», «τρελή»,κ.λ.π. (Εδώ μάλλον θα συμφωνήσουν οι άνδρες ότι αυτή είναι η αλήθεια!!).
Πάντως για ένα θέμα συζήτησης σε ‘’καφέ’’ μεταξύ ζευγαριών, ίσως να είχε και «πλάκα» (αν και συνήθως μαλλιοτραβιέται- συμβολικά- στο τέλος το ζεύγος) σε ψυχολογικό επίπεδο πάντως, ίσως να ανάγεται στα στερεότυπα ή προκαταλήψεις.
Πριν αναφερθούμε στο ρόλο των συναισθημάτων θέλω να σας πω μια ιστορία, που έχει τις ρίζες της, στην Ανατολική φιλοσοφία.
Μια μέρα ένας πολεμοχαρής σαμουράι προκάλεσε ένα δάσκαλο του Ζεν να του εξηγήσει την έννοια του παραδείσου και της κόλασης. Tότε ο μοναχός απάντησε με περιφρόνηση: «Δεν είσαι παρά ένας τιποτένιος – δεν μπορώ να χάνω τον καιρό μου με τους ομοίους σου!». Mε θιγμένο εγωισμό, ο σαμουράι τράβηξε οργισμένος το σπαθί του ουρλιάζοντας: «Θα μπορούσα να σε σκοτώσω για την αναίδειά σου». «Aυτό», είπε ήρεμα ο μοναχός, «είναι η κόλαση».
Ξαφνιασμένος, αναγνωρίζοντας πόσο αληθινό ήταν αυτό που του έλεγε ο δάσκαλος σχετικά με την οργή που τον είχε κυριέψει, ο σαμουράι ηρέμησε, έκρυψε το σπαθί στο θηκάρι και υποκλίθηκε, ευχαριστώντας το μοναχό για τη βαθιά του γνώση.

Συναισθηματική ανωριμότητα Πέρα από την καθημερινότητα Της Μαίρης Κογκάκη



Κάποιες φορές συμβαίνει οι άνθρωποι να μη θέλουν να μεγαλώσουν, να θέλουν να παραμένουν παιδιά και επομένως να φέρονται και σαν παιδιά ή σε μια άλλη περίπτωση να θέλουν να παραμένουν έφηβοι.

Κατά αυτόν τον τρόπο εκδηλώνουν μια παιδική ή εφηβική συμπεριφορά ακόμα κι αν φτάσουν στα σαράντα ή τα πενήντα τους χρόνια. Προφανώς η παιδική και η εφηβική ηλικία ασκεί σε όλους μας μια γοητεία, καθώς πολύ καλά θυμούμαστε, όσοι περάσαμε από εκεί, την ξεγνοιασιά που είχαμε, αλλά και την ελπίδα ότι το μέλλον μας ανήκει. Ωστόσο, οι φυσικοί και πολιτισμικοί νόμοι του ψυχισμού και της ζωής αντίστοιχα, καθόλου δε συγκινούνται από τις δικές μας τρυφερές καθηλώσεις σε προγενέστερα στάδια της παιδικής ή εφηβικίας ηλικίας. Γιατί έτσι είναι. Αλλο το τι επιθυμούμε και άλλο το ποια είναι η πραγματικότητα.

Αλλά ας δούμε τα πράγματα από την αρχή. Συναισθηματική ανωριμότητα χαρακτηρίζεται η ψυχική κατάσταση ενός ατόμου, που προσκολλάται στις ψυχικές ανάγκες μιας προηγούμενης ηλικίας, που δεν είναι η ηλικία του. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα το άτομο να μην ωριμάζει συναισθηματικά, να μη μαθαίνει δηλαδή από τα λάθη του, αλλά κυρίως αυτό που δε μαθαίνει είναι να μην προσαρμόζει τις ανάγκες του σε σχέση με τις ανάγκες του κόσμου και της κοινωνίας. Το κυριότερο είναι ότι επιθυμεί και από τους άλλους να του φέρονται κατά τρόπο ανάλογο, γεγονός που δυσκολεύει τις διαπροσωπικές του σχέσεις, καθώς κανείς δεν είναι διατεθειμένος να βγει από τις κοινωνικές νόρμες και τους κανόνες της κοινωνικής συμπεριφοράς, για να περιθάλψει τον αιώνια αιθεροβάμονα και ρομαντικό έφηβο.